Μια μικρή ιστορική αναδρομή θα πείσει. Το ΠαΣοΚ είχε αλλάξει ριζικά την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας με τη διείσδυση στη Μέση Ανατολή. Αυτή η κληρονομιά περιφρονήθηκε, εξατμίστηκε. Το ρόλο αυτόν σήμερα τον παίζει η Τουρκία.
Οι κυβερνήσεις Σημίτη, προσπάθησε και πέτυχε ως ένα βαθμό, την απόδοση ενός πρωταγωνιστικού ρόλου στην Ελλάδα στο χώρο των Βαλκανίων. Και αυτός ο ρόλος έχει χαθεί. Με αποκορύφωμα την τελευταία απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου που αφορά στην ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ. Το βέτο για την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, είχε σαν αποτέλεσμα και την αποτελμάτωση των διαπραγματεύσεων για το πρόβλημα της ονομασίας.
Η μοναδική προσπάθεια που έγινε με το άνοιγμα προς τη Ρωσία, για την ώρα δεν αποδίδει οφέλη, τουλάχιστον στον ενεργειακό-οικονομικό τομέα.
Αυτά τα λίγα, καταδεικνύουν και του λόγου το αληθές -σχετικά με την ελληνική «εξωτερική» πολιτική και την ελληνίδα υπουργό των Εξωτερικών- αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν και …παρεξηγήσεις, αφήνουν εντυπώσεις αδυναμίας εκ μέρους της Ελλάδας. Γι αυτό η Τουρκία αντιμετωπίζει και το Φαρμακονήσι σαν έδαφός τους, δοκιμάζει τις αντοχές των ελλήνων αεροπόρων, διεθνοποιεί τις μονομερείς διεκδικήσεις της στο Αιγαίο. Γι αυτό και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο …διολισθαίνει στις θέσεις των Σκοπίων. Γι αυτό και η δυσαρέσκεια της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με τη μη ταυτόχρονη επίσκεψη του αμερικανού προέδρου στην Αθήνα, παρά την προπαγανδιστική προσπάθεια του υπουργείου Εξωτερικών να υποβαθμίσει το θέμα.
Η κα Ντόρα Μητσοτάκη-Μπακογιάννη-Κούβελου, ως υπουργός Εξωτερικών, απέτυχε θεαματικά στην εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα με τις τελευταίες εξελίξεις στις αμερικανοτουρκικές θέσεις. Αντίθετα, η κα Ντόρα Μητσοτάκη-Μπακογιάννη-Κούβελου, ως πολιτικός πετυχαίνει βήμα-βήμα στο κτίσιμο του προφίλ της ως την επόμενη ηγέτιδα της Ν.Δ. και κάποια στιγμή, ως η νέα πρωθυπουργό της Ελλάδας.
Σχετικό είναι και το άρθρο του Γιώργου Δελαστίκ, με τίτλο: «Σε τέλμα η εξωτερική πολιτική μας». Γράφει ο αρθρογράφος:«Γενικευμένη δυσφορία επικρατεί και πάλι γύρω από την εξωτερική πολιτική της χώρας. Όλα τα σημαντικά θέματα δίνουν την εικόνα αποτελμάτωσης, ενώ δεν έχει περάσει ούτε ένας χρόνος από τότε που ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, δημιουργούσε αισθήματα καθολικής ευφορίας στον ελληνικό λαό, αρχικά με το βέτο που πρόβαλε στη…»
Τελικά, γιατί προσπαθούν να μας πείσουν οι πολιτικοί και τα κόμματα ότι όλα όσα σκέφτονται, σχεδιάζουν και πράττουν τα κάνουν με γνώμονα το συμφέρον του ελληνικού λαού; Αφού στην πράξη αυτοακυρώνονται. Η κα Ντόρα Μητσοτάκη-Μπακογιάννη-Κούβελου ποτέ δεν έκρυψε ότι την ενδιαφέρει η ηγεσία της ΝΔ (θεμιτό αν γίνεται με θεμιτά μέσα). Ακόμα και ο μπαμπάς της το δήλωσε. Ούτε ο κος Βενιζέλος έκρυψε πως τον ενδιαφέρει να αντικαταστήσει τον Γ.Α.Π. στην ηγεσία του ΠαΣοΚ (το προσπάθησε και δεν το κατάφερε· τουλάχιστον μια φορά). Ποτέ δεν αρνήθηκε ο κάθε πολιτευτής πως αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι το κόμμα αλλά η προσωπική του επιτυχία (για αυτό και όταν αποτυγχάνουν «απειλούν με τον αριθμό ψήφων που διαθέτουν). Πότε δεν αρνήθηκε ένας βουλευτής ότι θα τον ενδιάφερε πρωτίστων να γίνει υπουργός για να μπορέσει να προσφέρει καλύτερα στο λαό (γι αυτό όσο παραμένει βουλευτής γκρινιάζει μονίμως για τους υπουργούς και όταν απειλείται με διαγραφή, επικαλείται τον αριθμό ψήφων που κουβαλά και…το θέμα αποσιωπείται). Ακόμα κι ένας πρωθυπουργός –ή/και υπουργός- ποτέ δε θα πάρει μια απόφαση …για το καλό του τόπου αν συγχρόνως –ή πρωτίστως- δεν είναι για το καλό της παράταξης του. Πάρτε κάποια παράδειγμα: δεν πρόκειται να παρθεί από την κυβέρνηση ένα ζόρικο για το λαό μέτρο, πριν τις ευρωεκλογές. Κι ας καίγονται τα μπατζάκια μας. Οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων, αντί να καθίσουν για να βρουν λύσεις για την κρίση, τσακώνονται για το ποιος ευθύνεται λιγότερο ή περισσότερο γι αυτήν. Ο ΣυΡιζΑ, προκείμενου να αυξήσει τα ποσοστά του, δεν …κώλωσε να υπερασπιστεί των ταραξιών-κουκουλοφόρων και προσπάθησε να καπηλευτεί των μαθητικών εξεγέρσεων (τώρα φυσικά βρίσκεται στο ….μία από τα ίδια). Όλοι λοιπόν, είναι ψεύτες και απατεώνες· μάλλον εξ ορισμού. Πρώτα πρώτα σκέφτονται την πάρτη τους, τις προσωπικές τους φιλοδοξίες –οι οποίες μπορεί και να συμπίπτουν με τις κομματικές αντίστοιχες, μπορεί και όχι- το προσωπικό όφελος και το προσωπικό κόστος και μετά όλα τα άλλα (ή μπορεί και τίποτε άλλο). Και όταν έρθει η ώρα της επιλογής, καλούμαστε να επιλέξουμε τον λιγότερο ψεύτη. Μα είναι αυτή η μοίρα μας ή η κατάντια μας;
2 σχόλια:
Πολύ σωστή η ερώτηση στο τέλος της ανάρτησης και η απάντηση νομίζω ότι είναι μία: είναι ό,τι μας αξίζει!
Δεν συμβαίνει τίποτε απολύτως στην Ελλάδα που να μην είναι επιλογή μας. Ο κάθε λαός έχει τους κυβερνήτες που του αξίζει. Όσο ψηφίζουμε έτσι, όσο ενημερωνόμαστε έτσι, όσο επιλέγουμε να ζούμε έτσι -το έτσι αναφέρεται σε αυτό που συνηθίζει ο μέσος Έλληνας- τόσο τα πράγματα δεν θα αλλάξουν.
Θα υπάρξει αλλαγή όταν αντιληφθούμε ότι μας αξίζουν περισσότερα πράγματα και απαιτήσουμε να τα έχουμε, κάνοντας βέβαια και τις απαραίτητες παραχωρήσεις στην καθημερινότητά μας. Για παράδειγμα για να είναι μια πόλη καθαρή πρέπει οι πολίτες της να μην τη λερώνουν. Ομοίως, γα να έχουμε καθαρή πολιτική πρέπει να τοποθετούμε σε θέσεις ανθρώπους που δεν θα τη λερώσουν. Αν ψηφίζεις αυτόν που από προσωπικό συμφέρον σου έκανε ρουσφέτι, σκέψου τι θα κάνει -και πάλι από προσωπικό συμφέρον- όταν αποκτήσει εξουσία και πρόσβαση σε κρατικό χρήμα.
Πολλά είπα, ε;
@hellenic Potion: πόσο δίκιο έχεις!
Δημοσίευση σχολίου