Επικρατεί πολύ ηρεμία, ησυχία και εγκατάλειψη. Αρκετά σπίτια είναι παραμελημένα, μισογκρεμισμένα. Υπάρχουν συνάμα και όμορφες, πράσινες γωνιές.
Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει μία μεγάλη λευκή εκκλησία
Αναζητώ όμως την άλλη, τη βυζαντινή. Πινακίδες με οδηγούν σ’ αυτήν, 100 μ. πιο κάτω. Πρόκειται για την εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (περισσότερα ΕΔΩ).
Μία γειτόνισσα με προθυμία μου ανοίγει για να προσκυνήσω και μου προσφέρει δροσερό νερό. Δίπλα από την εκκλησία, σε μία βρύση-πηγή κάποιος γεμίζει μπουκάλια και μπιτόνια. Όπως ήδη ανέφερα, οι κάτοικοι των πόλεων προμηθεύονται πόσιμο νερό είτε από ειδικά πρατήρια είτε ανεβαίνοντας σε βουνά από πηγές.
Το χωριό, καίτοι μισοερειπωμένο, παραμένει πανέμορφο. Εξάλλου βρίσκεται σ’ ένα πανέμορφο φυσικό περιβάλλον, έχει νερό τρεχούμενο και είναι αμφιθεατρικό. Η χαρά του …συνταξιούχου. Εδώ βρίσκουν πράγματι καταφύγιο των διακοπών τους, συνταξιούχου και ηλικιωμένοι. Μια τέτοια παρέα βρήκα να απολαμβάνει το δείπνο της σ’ ένα πανδοχείο, κάνοντας υπερβολική για τα δεδομένα του χωριού, φασαρία από τις κουβέντες και τα γέλια τους. Σ’ ένα άλλο οίκημα, τραγούδια παιδικής χορωδίας διέκοπταν την ησυχία. Επρόκειτο για μία παιδική κατασκήνωση κάποιας Μητρόπολης.
Ανηφορίζοντας από μικρά και στενά δρομάκια, φτάνω στον κεντρικό δρόμο. Ένα ξενοδοχείο κλειστό, ένα άλλο επισκευάζεται, λίγος κόσμος σε μία καφετέρια, στην οποίαν αποφασίζω να πιω καφέ.
Η γκαρσόνα αλλοδαπή, αλλά και το υπόλοιπο προσωπικό, ακόμη και του παρακείμενου μπακάλικου-μανάβικου είναι αλλοδαπό. Για να παραγγείλεις τούρκικο καφέ πρέπει να ξέρεις και λίγα …αγγλικά για να συνεννοηθείς με ο προσωπικό. Στο ξενοδοχείο που διαμένω, απολαμβάνω το δείπνο, ποδόσφαιρο στην τηλεόραση και ύπνο. Έναν δροσερό ύπνο, χωρίς τη φασαρία της πόλης, των ανθρώπων, των μηχανών.
Την επόμενη μέρα, συνεχίζω τη διαδρομή προς τη Μονή Κύκκου (περισότερα ΕΔΩ).
Κάτω στον χώρο της Μονής, δωμάτια της Μονής για διανυκτέρευση, ένα κέντρο-καφετέρια-εστιατόριο, το ελικοδρόμειο και πολλοί πραματευτάδες. Ο κόσμος μιλιούνια, συνθέτει το σκηνικό, ενώ στο πίσω μέρος της Μονής υπάρχουν οι παιδικές κατασκηνώσεις.
Η πινακίδα ...ξέχασε να δείξει στον προσκυνητή το δρόμο για το Θρονί της Παναγίας
Γυρνώντας πίσω προς Πεδουλά, στρίβω αριστερά προς το χωριό Μουτουλάς (περισσότερα ΕΔΩ), για να δω την εκκλησία της Παναγιάς, (ΕΔΩ) στην κορυφή δίπλα στο νεκροταφείο.
φωτογραφία δανεισμένη από το διαδίκτυο
Πάνω από το χωριό επικρέμεται ένας βράχος ο οποίος έχει ενισχυθεί με μπετόν.
Χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα στο γειτονικό χωριό, τον Καλοπαναγιώτη, για να συναντήσω τον επόμενο βυζαντινό …στόχο, τον Άγιο Ιωάννη τον Λαμπαδιστή (περισσότερα ΕΔΩ) –που κάποτε λειτουργούσε ως Μονή-, λίγο έξω από το χωριό, στην απέναντι μεριά της μικρής κοιλάδας.
Είναι ανοικτά και τον επισκέπτομαι. Ένας γέροντας παπάς φύλακας μας ανοίγει.
Η εκκλησία όπως φαίνεται από το πίσω μέρος
Επιστρέφοντας προς Λευκωσία, σε κάποιο σημείο λοξοδρομώ για την Παναγία της Ασίνου όπως είναι γνωστή, Παναγίας της Φορβιώτισσας (περισσότερα ΕΔΩ) όπως ακριβώς ονομάζεται, τον τελευταίο σταθμό της βυζαντινής μου διαδρομής. Διασχίζοντας κάποια χωριά φτάνω σ’ ένα ξέφωτο. Εδώ βρίσκεται η εκκλησία.
Υπάρχει φύλακας και για καλή μου τύχη, υπεύθυνη του τμήματος αρχαιοτήτων ξεναγεί έναν ξένο, μάλλον διπλωμάτη, οπότε μου δίνεται η ευκαιρία να ακούσω κι εγώ κάποια πράγματα. Βγάζω φωτογραφίες, το δειλινό αρχίζει να πέφτει και αναχωρώ προς Λευκωσία διαλέγοντας μια διαδρομή μέσα από διάφορα χωριά, κερδίζοντας χρόνο και άλλες εμπειρίες. Βραδάκι φτάνω στα Λατσιά, κάνω ένα μπάνιο, ανασυγκροτώ δυνάμεις, μνήμη, φωτογραφίες….
2 σχόλια:
Άξιον το προσκύνημά σου. Δηλώνω συμμετοχή στο επόμενο οδοιπορικό
@loukis: ευπρόσδεκτος, κλείσε θέση
Δημοσίευση σχολίου